Glory Glory Man United
Οι προηγούμενες δύο δεκαετίες ήταν ονειρικές για τη Γιουνάιτεντ. Από το 1993 μέχρι το 2013 κατάφερε να κατακτήσει την Πρέμιερ Λιγκ 13 φορές, προσπερνώντας την αιώνια αντίπαλο Λίβερπουλ σε τρόπαια.
Παράλληλα κατέκτησε δύο φορές την “κούπα με τα μεγάλα αυτιά” (εκείνη του Τσάμπιονς Λιγκ) και αν δεν είχε την ατυχία να πέσει πάνω στην μάλλον καλύτερη ομάδα όλων των εποχών (ναι η Μπαρτσελόνα του Γκουαρντιόλα ήταν διαστημική και εκτός συναγωνισμού) στους τελικούς του 2009 και του 2011 πιθανότατα να είχε ισοφαρίσει και σε κατακτήσεις τη Λίβερπουλ.
Έτσι θα είχε τελειώσει μια και καλή την κουβέντα για την μεγαλύτερη ομάδα στο νησί. Όπως και να ‘χει η κυριαρχία της Γιουνάιτεντ τα προηγούμενα χρόνια που υπήρξε καθολική έχει όνομα, επώνυμο ακόμα και τιμητικό τίτλο. Σερ Άλεξ Φέργκιουσον.
Ο κύριος, για τον οποίο δεν χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις, πήρε τους “κόκκινους διαβόλους” από το χέρι και γιγάντωσε το μέγεθος του κλαμπ παρουσιάζοντας σπουδαίες ομάδες με κορυφαίους ποδοσφαιριστές αλλά και άπειρους άσσους στο μανίκι που μετέτρεψαν παίκτες περιορισμένων δυνατοτήτων σε εξαιρετικά σημαντικές φιγούρες όλης αυτής της πορείας (God bless John O‘Shea and Darren Fletcher).
Ο Σερ Άλεξ μετά από 27 συναπτά έτη στον πάγκο της ομάδας δεν ήταν απλά ένας προπονητής, αλλά μια θρυλική φιγούρα γύρω από την οποία είχε βασιστεί όλος ο τρόπος λειτουργίας του οργανισμού που λέγεται Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Η αντικατάστασή του μετά την απόσυρση το 2013 θα ήταν μία πολύ δύσκολη υπόθεση και αυτό το γνωρίζαμε όλοι.
Τρία διαφορετικά πρότζεκτ, τρεις διαφορετικές αποτυχίες
Όλα ξεκίνησαν με την πρόσληψη του Ντέιβιντ Μόγες ακριβώς την επόμενη χρονιά, μετά την απόσυρση του “Φέργκι”. Η λογική αυτής της επιλογής δεν ήταν ακριβώς λάθος. Ο Μόγες, Σκωτσέζος κι αυτός (συμπατριώτης του Φέργκιουσον), ήταν εκείνη τη στιγμή ένας τεχνικός ο οποίος γνώριζε την πραγματικότητα της Πρέμιερ Λιγκ, είχε να επιδείξει μια ωραία δουλειά σε 11 χρόνια παραμονής στην Έβερτον και ήταν ένα στοίχημα με καλές πιθανότητες να κερδηθεί.
Κάτι τέτοιο βέβαια δεν συνέβη σε καμία περίπτωση, αφού το βάρος της διαδοχής αποδείχτηκε πολύ βαρύ, η εικόνα της ομάδας ήταν απογοητευτική και χωρίς καν να συμπληρώσει ένα γεμάτο χρόνο ο Μόγες χαιρέτησε, ενώ σήμερα προσπαθεί να σώσει την καριέρα του στην Γουέστ Χαμ μετά από δύο αποτυχημένα περάσματα από Σάντερλαντ και Ρεάλ Σοσιεδάδ.
Μετά ήρθε η εποχή του Λουίς Φαν Χάαλ. μια επιλογή που μπέρδεψε γιατί από την μία ήταν ένα βαρύ όνομα αλλά απ’ την άλλη έμοιαζε κάπως «ξεχασμένος» εκείνο τον καιρό. Ο Ολλανδός, του οποίου η διετής παραμονή συνοδεύτηκε από την σπατάλη εκατομμυριών σε παίχτες που δεν πρόσφεραν απολύτως τίποτα (Ντι Μαρία, Φαλκάο, Ρόχο, Σο, Νταρμιάν, Σβαϊνστάιγκερ).
To μόνο που πήρε ήταν ένα Kύπελλο το 2016 και μετά από μια τέταρτη και μια πέμπτη θέση στο πρωτάθλημα χαιρέτησε κι αυτός χωρίς να έχει αφήσει καμία βάση για να χτιστεί επάνω κάτι την επόμενη σεζόν. Από τη μέρα που αποχώρησε μέχρι τώρα δεν έχει ξανά κάτσει σε πάγκο.
Και κάπου εδώ εμφανίζεται ο Ζοσέ Μουρίνιο. Με τις ευλογίες του Σερ Άλεξ που τον προόριζε για διάδοχό του χρόνια πριν αποσυρθεί, το πράγμα έμοιαζε καρμικό. Γιουνάιτεντ και Μουρίνιο θα αναγεννιόντουσαν μαζί μέσα από τις στάχτες τους και ξαναέφταναν στην κορυφή.
Τελικά το κάρμα μας τα χάλασε και το σενάριο δεν είχε happy end. Την πρώτη χρονιά η άφιξη των Ζλάταν και Πογκμπά και οι 3 τίτλοι έκρυψαν κάτω από το χαλί την 6η θέση στο πρωτάθλημα κι ενώ κανείς δεν είχε πειστεί πραγματικά ότι ο τροχός γύρισε, υπήρχε μια κάποια αισιοδοξία ότι κάτι πάει να γίνει.
Την δεύτερη χρονιά η δεύτερη θέση στο πρωτάθλημα και το άλλοθι ότι αυτή η City δεν μπορούσε να χτυπηθεί, έκαναν να ξεχαστεί ο αποκλεισμός-χαστούκι από τη Σεβίλλη στους “16” του Τσάμπιονς Λιγκ και η αποκρουστική εικόνα της ομάδας ακόμα και στα παιχνίδια που κέρδιζε.
Μέχρι που φτάσαμε στη φετινή χρονιά να βλέπουμε μια ομάδα χωρίς καμία ιδέα στην ανάπτυξη και στο επιθετικό κομμάτι του παιχνιδιού αλλά παράλληλα και χωρίς καμία αμυντική σταθερότητα, να πηγαίνει από γκέλα σε γκέλα και να έχει μείνει πολύ πίσω ακόμα και στο κυνήγι της τετράδας.
Η απόλυση Μουρίνιο ήρθε ως λογική συνέπεια και θα μπορούσε κανείς να πει ότι άργησε κιόλας. Επί των ημερών του Πορτογάλου οι λίγοι παίκτες παγκόσμιας κλάσης που βρίσκονται στην ομάδα έμοιαζαν με πρώην ποδοσφαιριστές.
Ο Πογκμπά, ο Σάντσες, ο Λουκάκου δεν θυμίζουν σε τίποτα τον καλό τους εαυτό, ενώ ακόμη και ο διαστημικός πέρυσι Ντε Χέα δείχνει να βρίσκεται σε μια μόνιμη “Κάριους” κατάσταση.
Επιπλέον οι πολλά υποσχόμενοι Ράσφορντ και Μαρσιάλ παρουσιάζουν μια εκνευριστική στασιμότητα που θέτει σε κίνδυνο τις τεράστιες προοπτικές τους
Όλε Γκούναρ Σό(σε)λσκιερ μας ή μήπως όχι;
Στο σύγχρονο ποδόσφαιρο και ειδικά όταν πρόκειται για κορυφαία κλαμπ σε κορυφαίο επίπεδο η πίεση του πρωταθλητισμού είναι τεράστια. Αυτό οδηγεί πολλές φορές σε βιαστικές κριτικές και σε μηδενισμό εν μια νυκτί .
Στην Γιουνάιτεντ κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Σε βάθος πέντε χρόνων η ομάδα δοκίμασε τρία διαφορετικά πρότζετκ τα οποία εκτός απ’ το ότι δεν απέδωσαν είχαν και έναν ακόμα κοινό παρονομαστή: κακό ποδόσφαιρο.
Όλα αυτά τα χρόνια η ομάδα στην κυριολεξία δεν βλέπεται, καταστρέφει τα ματς στα οποία συμμετέχει παίζοντας ένα στατικό ποδόσφαιρο χωρίς καθόλου ρυθμό και ένταση και σε κάνει (εκτός απ’ το να χασμουριέσαι) να αναπολείς με νοσταλγία τα περασμένα μεγαλεία.
Σε μία τόσο δύσκολη συγκυρία αυτός που καλείται να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά είναι ένα άτομο κοινής αποδοχής από τον κόσμο που έχει προσφέρει πάρα πολλά (το δεύτερο γκολ στον τελικό της απόλυτης ανατροπής με Μπάγερν Μονάχου το ‘99 θα αρκούσε από μόνο του ακόμα και τίποτα άλλο να μην είχε κάνει), ο δολοφόνος με το αγγελικό πρόσωπο, ο Όλε Γκούναρ Σόλσκιερ.
Η επιλογή αυτή είναι μια λύση ανάγκης για να βγει η χρονιά με προπονητή κάποιον που ότι κριτική και να του γίνει θα είναι εξαρχής άδικη, θυμίζει κάτι από την θητεία-αστραπή του Ράιαν Γκιγκς μετά την απόλυση Μόγες τον Απρίλη του 2014, μόνο που εδώ έχουμε μισή σεζόν μπροστά μας.
Τα πέντε γκολ με την Κάρντιφ δεν λένε τίποτα, αφού ο Νορβηγός έκανε τα απλά, παρατάσσοντας την καλύτερη δυνατή εντεκάδα που είχε στη διάθεσή του, ενώ την ίδια στιγμή η δυναμικότητα του αντιπάλου και η αντίδραση που ήταν λογικό να βγάλει η ομάδα οδήγησαν σε αυτό το αποτέλεσμα.
Πάντως όσο καλά κι αν τα πάει αυτό το εξάμηνο ο Σόλσκιερ η παραμονή του και μετά το καλοκαίρι μοιάζει με ένα προδιαγεγραμμένο λάθος. Η Γιουνάιτεντ αντί να μπει και αυτή στο χορό της δημιουργίας του “επόμενου Ζιντάν” καλό θα ήταν να κάνει στοχευμένες μεταγραφικές κινήσεις σε όλες τις γραμμές, που θα αναβαθμίσουν το ρόστερ της και γιατί όχι να προσλάβει τον… κανονικό Ζιντάν.
Γιατί αυτή τη στιγμή αν κάποιος την έβλεπε για πρώτη φορά θα νόμιζε ότι πρόκειται για κάποια μικρομεσαία ομάδα της Αγγλίας και για ένα τέτοιο μέγεθος αυτό είναι πιο αφόρητο ακόμα κι από την πενταετία μακριά από την κορυφή.
Επιμέλεια: Ορέστης Ιστικόπουλος
Κάνε subscibe στο κανάλι μας για να βλέπεις πρώτος αφιερωματικά βίντεο και συνεντεύξεις
Ακολούθησε το sportsking.gr στο Google News για να μαθαίνεις πρώτος τις ειδήσεις των κορυφαίων ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων.
Κάνε Like στη νέα μας σελίδα στο Facebook και μάθε πρώτος τα νέα της αγαπημένης σου ομάδας